- Πραξίτας
- Πραξίτᾱς , Πραξίταςmasc acc pl (doric aeolic)Πραξίτᾱς , Πραξίταςmasc nom sg (epic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Πραξίτου — Πραξίτας masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πραξίτα — Πραξίτᾱ , Πραξίτας masc nom/voc/acc dual (doric aeolic) Πραξίτᾱ , Πραξίτας masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καθαιρώ — (AM καθαιρώ, έω, Α ιων. τ. καταιρέω, αιολ. τ. κατάγρημι) (για αξιωματούχους) αφαιρώ το αξίωμα κάποιου, ανατρέπω κάποιον από την εξουσία («ο βασιλιάς καθαιρέθηκε») μσν. αρχ. 1. καταδικάζω («ἡ καθαιροῡσα ψῆφος» η καταδικαστική ψήφος, Λυσ.) 2.… … Dictionary of Greek
Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… … Dictionary of Greek
Πραξίτᾳ — Πραξίτᾱͅ , Πραξίτας masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)